Της Ελεάννας Ιωαννίδου
Μου κίνησε ιδιαίτερα το ενδιαφέρον ο τρόπος, με τον οποίο οι ιθύνοντες της "Ελληνικός Χρυσός" αντιλαμβάνονται την έννοια της εταιρικής κοινωνικής ευθύνης. Αν η περσινή σεζόν ήταν αφιερωμένη στην απόπειρα επηρεασμού δημοσιογράφων, φέτος, παράλληλα με τη "χρυσή" χορηγία στην Ελληνική Αστυνομία που προκάλεσε σάλο στον μακρινό -πλην δημοκρατικό- Καναδά, η εταιρία εδώ και λίγους μήνες προσεγγίζει συστηματικά αθλητικά νομικά πρόσωπα της Θεσσαλονίκης, προσφέροντάς τους χορηγίες, με αντάλλαγμα το λογότυπό της στη φανέλα της ωφελούμενης ομάδας.
Όποιος αναρωτιέται ποιο ακριβώς καταναλωτικό προϊόν διαθέτει στην ελληνική αγορά η «Ελληνικός Χρυσός», που να χρειάζεται διαφήμιση σε αθλητική φανέλα (ή την πελώρια καμπάνια διαφημίσεων που έγινε πέρσι στον έντυπο και ηλεκτρονικό τύπο), δεν έχει παρά να διαβάσει τη δήλωση του υπεύθυνου επικοινωνίας της εταιρίας που κάνει λόγο για αναζήτηση αθλητικών χορηγιών "στο πλαίσιο της επιχειρηματικής αλληλεγγύης". Με άλλα λόγια, η «Ελληνικός Χρυσός» αναζητά "αλληλεγγύη" στον αθλητισμό των γηπέδων, προσφερόμενη να την αγοράσει από τα αθλητικά σωματεία και εταιρίες της συμπρωτεύουσας.
Στο σημερινό momentum, όπου η εμπορευματοποίηση του αθλητισμού συναντά τη βαθιά ύφεση, για τις περισσότερες ομάδες, οι οποίες εξαρτούν τα έσοδά τους σε πολύ μεγάλο βαθμό από χορηγίες, τα οικονομικά προβλήματα που αντιμετωπίζουν είναι τέτοια, ώστε κινδυνεύει η ίδια η δυνατότητα συμμετοχής τους σε αθλητικές διοργανώσεις, άρα και, για μια μεγάλη μερίδα οπαδών τους, η ίδια η ύπαρξή τους. Έτσι, οι διοικήσεις των ομάδων έχουν το επιχείρημα της έλλειψης πόρων, προκειμένου να δικαιολογήσουν τη φανέλα-πιόνι σε ένα παιχνίδι όχι διαφήμισης, αλλά εκμαυλισμού συνειδήσεων, με σκοπό να προσεταιριστεί η «Ελληνικός Χρυσός» "στρατούς" οπαδών σε μια πόλη που, στη συντριπτική της πλειοψηφία, είναι ενάντια στην εξόρυξη χρυσού.
Φαίνεται, βέβαια, πως η εταιρία αρχικά λογάριαζε χωρίς τον ξενοδόχο που, στις μεγάλες ομάδες, είναι οι φίλαθλοί τους. Μέσα από οργανωμένες αντιδράσεις σε ΗΡΑΚΛΗ, ΠΑΟΚ και ΑΡΗ που περιλάμβαναν από ανάρτηση πανό και παρεμβάσεις στη διάρκεια αγώνων, μέχρι δημόσιες ανακοινώσεις και καλέσματα για επιστροφή των εισιτηρίων διαρκείας αν οι διοικήσεις των ομάδων υποκύψουν στην προσφορά της εταιρίας, οι οργανωμένοι οπαδοί αντιτάσσονται με επιτυχία στα σχέδια της εταιρίας, τουλάχιστον στις τρεις μεγαλύτερες Π.Α.Ε. της πόλης, καθώς είναι οι μόνοι που έχουν τη δύναμη να μετατρέψουν τη "διαφήμιση" σε "δυσφήμηση". Αυτή η στάση των φιλάθλων που, πέρα και πάνω από τις αθλητικές διαφορές τους, συγχρονίζονται στην αντίδραση απέναντι στην μετατροπή του αθλητικού θεάματος σε μέσο προπαγάνδας για το χρυσό αποτελεί ελπιδοφόρα απόδειξη πως η κοινωνία της Θεσσαλονίκης έχει πειστεί για την καταστροφικότητα της επένδυσης στη Χαλκιδική.
Το μέγιστο, όμως, ηθικό ζήτημα είναι πως η διαφημιστική στρατηγική "επιχειρηματικής αλληλεγγύης" της εταιρίας, εκτός από το βόλεϊ του ΠΑΟΚ, όπου κι εκεί, λόγω της αντίδρασης των οργανωμένων οπαδών, η "χορηγία" έφερε προφανώς τα αντίθετα αποτελέσματα, πρόσφατα, σύμφωνα με καταγγελίες, αποπειράται να δώσει ένα χτύπημα στο μαλακό υπογάστριο του αθλητισμού, αυτό των παιδικών ακαδημιών ποδοσφαίρου. Πρόκειται για τη δημόσια καταγγελία οργανωμένων οπαδών ότι τα παιδιά του ερασιτέχνη Απόλλωνα Καλαμαριάς εξαναγκάζονται να φορέσουν φανέλα με το λογότυπο "Ελληνικός Χρυσός", προκειμένου να παίξουν στην ομάδα, η οποία, όσο δεν διαψεύδεται, είναι ιδιαιτέρως ανησυχητική. Σ’ αυτή την περίπτωση, γονείς και παιδιά άγονται ενώπιον εκβιαστικών ηθικών διλημμάτων που δεν θα έπρεπε να έχουν καμία σχέση ούτε με τον αθλητισμό ούτε με την παιδεία. Κανένας και για κανένα λόγο, ακόμα κι αν το διακύβευμα είναι η επιβίωση ενός ιστορικού αθλητικού σωματείου, δεν έχει, όμως, το δικαίωμα να χρησιμοποιήσει τα σώματα και την ψυχή των παιδιών, ως αντικείμενα.
Το γεγονός ότι δεν υπάρχει σεβασμός στην ανηλικότητα, προκειμένου να προωθηθεί μια τέτοια "χορηγία", είναι ακόμη μια ψηφίδα στο παζλ του πώς αντιλαμβάνεται την εταιρική ευθύνη απέναντι στην κοινωνία η «Ελληνικός Χρυσός». Αυτή η υπόθεση ας γίνει η αφορμή να αναρωτηθούμε ποιο είναι το πρόσφορο έδαφος στον ελληνικό αθλητισμό που επιτρέπει σε μια εταιρία να παίξει παιχνίδι δημιουργίας υποστηρικτών των επιχειρηματικών της δραστηριοτήτων πάνω στις πλάτες των αθλητών. Το παιδικό ποδόσφαιρο δεν είναι παρά ένας καθρέπτης του επαγγελματικού ποδοσφαίρου και το ζήτημα δεν αφορά μόνο μία εταιρία ή τις ομάδες μόνο της Θεσσαλονίκης. Οι διοικήσεις των μεγάλων ΠΑΕ έχουν μακρά ιστορία διαπλοκής με την πολιτική εξουσία και ευνοϊκών ρυθμίσεων για τα λοιπά επιχειρηματικά τους συμφέροντα. Η παράγκα είναι χτισμένη σε πολλά επίπεδα και τα στημένα παιχνίδια δεν γίνονται μόνο στα γήπεδα. Αν, λοιπόν, θέλουμε αλλαγή στον ελληνικό αθλητισμό, οφείλουμε να δημιουργήσουμε τις αιτίες της.
* H Ελεάννα Ιωαννίδου είναι μέλος της Θεματικής Ομάδας Αθλητισμού των Οικολόγων Πράσινων
Μου κίνησε ιδιαίτερα το ενδιαφέρον ο τρόπος, με τον οποίο οι ιθύνοντες της "Ελληνικός Χρυσός" αντιλαμβάνονται την έννοια της εταιρικής κοινωνικής ευθύνης. Αν η περσινή σεζόν ήταν αφιερωμένη στην απόπειρα επηρεασμού δημοσιογράφων, φέτος, παράλληλα με τη "χρυσή" χορηγία στην Ελληνική Αστυνομία που προκάλεσε σάλο στον μακρινό -πλην δημοκρατικό- Καναδά, η εταιρία εδώ και λίγους μήνες προσεγγίζει συστηματικά αθλητικά νομικά πρόσωπα της Θεσσαλονίκης, προσφέροντάς τους χορηγίες, με αντάλλαγμα το λογότυπό της στη φανέλα της ωφελούμενης ομάδας.
Όποιος αναρωτιέται ποιο ακριβώς καταναλωτικό προϊόν διαθέτει στην ελληνική αγορά η «Ελληνικός Χρυσός», που να χρειάζεται διαφήμιση σε αθλητική φανέλα (ή την πελώρια καμπάνια διαφημίσεων που έγινε πέρσι στον έντυπο και ηλεκτρονικό τύπο), δεν έχει παρά να διαβάσει τη δήλωση του υπεύθυνου επικοινωνίας της εταιρίας που κάνει λόγο για αναζήτηση αθλητικών χορηγιών "στο πλαίσιο της επιχειρηματικής αλληλεγγύης". Με άλλα λόγια, η «Ελληνικός Χρυσός» αναζητά "αλληλεγγύη" στον αθλητισμό των γηπέδων, προσφερόμενη να την αγοράσει από τα αθλητικά σωματεία και εταιρίες της συμπρωτεύουσας.
Στο σημερινό momentum, όπου η εμπορευματοποίηση του αθλητισμού συναντά τη βαθιά ύφεση, για τις περισσότερες ομάδες, οι οποίες εξαρτούν τα έσοδά τους σε πολύ μεγάλο βαθμό από χορηγίες, τα οικονομικά προβλήματα που αντιμετωπίζουν είναι τέτοια, ώστε κινδυνεύει η ίδια η δυνατότητα συμμετοχής τους σε αθλητικές διοργανώσεις, άρα και, για μια μεγάλη μερίδα οπαδών τους, η ίδια η ύπαρξή τους. Έτσι, οι διοικήσεις των ομάδων έχουν το επιχείρημα της έλλειψης πόρων, προκειμένου να δικαιολογήσουν τη φανέλα-πιόνι σε ένα παιχνίδι όχι διαφήμισης, αλλά εκμαυλισμού συνειδήσεων, με σκοπό να προσεταιριστεί η «Ελληνικός Χρυσός» "στρατούς" οπαδών σε μια πόλη που, στη συντριπτική της πλειοψηφία, είναι ενάντια στην εξόρυξη χρυσού.
Φαίνεται, βέβαια, πως η εταιρία αρχικά λογάριαζε χωρίς τον ξενοδόχο που, στις μεγάλες ομάδες, είναι οι φίλαθλοί τους. Μέσα από οργανωμένες αντιδράσεις σε ΗΡΑΚΛΗ, ΠΑΟΚ και ΑΡΗ που περιλάμβαναν από ανάρτηση πανό και παρεμβάσεις στη διάρκεια αγώνων, μέχρι δημόσιες ανακοινώσεις και καλέσματα για επιστροφή των εισιτηρίων διαρκείας αν οι διοικήσεις των ομάδων υποκύψουν στην προσφορά της εταιρίας, οι οργανωμένοι οπαδοί αντιτάσσονται με επιτυχία στα σχέδια της εταιρίας, τουλάχιστον στις τρεις μεγαλύτερες Π.Α.Ε. της πόλης, καθώς είναι οι μόνοι που έχουν τη δύναμη να μετατρέψουν τη "διαφήμιση" σε "δυσφήμηση". Αυτή η στάση των φιλάθλων που, πέρα και πάνω από τις αθλητικές διαφορές τους, συγχρονίζονται στην αντίδραση απέναντι στην μετατροπή του αθλητικού θεάματος σε μέσο προπαγάνδας για το χρυσό αποτελεί ελπιδοφόρα απόδειξη πως η κοινωνία της Θεσσαλονίκης έχει πειστεί για την καταστροφικότητα της επένδυσης στη Χαλκιδική.
Το μέγιστο, όμως, ηθικό ζήτημα είναι πως η διαφημιστική στρατηγική "επιχειρηματικής αλληλεγγύης" της εταιρίας, εκτός από το βόλεϊ του ΠΑΟΚ, όπου κι εκεί, λόγω της αντίδρασης των οργανωμένων οπαδών, η "χορηγία" έφερε προφανώς τα αντίθετα αποτελέσματα, πρόσφατα, σύμφωνα με καταγγελίες, αποπειράται να δώσει ένα χτύπημα στο μαλακό υπογάστριο του αθλητισμού, αυτό των παιδικών ακαδημιών ποδοσφαίρου. Πρόκειται για τη δημόσια καταγγελία οργανωμένων οπαδών ότι τα παιδιά του ερασιτέχνη Απόλλωνα Καλαμαριάς εξαναγκάζονται να φορέσουν φανέλα με το λογότυπο "Ελληνικός Χρυσός", προκειμένου να παίξουν στην ομάδα, η οποία, όσο δεν διαψεύδεται, είναι ιδιαιτέρως ανησυχητική. Σ’ αυτή την περίπτωση, γονείς και παιδιά άγονται ενώπιον εκβιαστικών ηθικών διλημμάτων που δεν θα έπρεπε να έχουν καμία σχέση ούτε με τον αθλητισμό ούτε με την παιδεία. Κανένας και για κανένα λόγο, ακόμα κι αν το διακύβευμα είναι η επιβίωση ενός ιστορικού αθλητικού σωματείου, δεν έχει, όμως, το δικαίωμα να χρησιμοποιήσει τα σώματα και την ψυχή των παιδιών, ως αντικείμενα.
Το γεγονός ότι δεν υπάρχει σεβασμός στην ανηλικότητα, προκειμένου να προωθηθεί μια τέτοια "χορηγία", είναι ακόμη μια ψηφίδα στο παζλ του πώς αντιλαμβάνεται την εταιρική ευθύνη απέναντι στην κοινωνία η «Ελληνικός Χρυσός». Αυτή η υπόθεση ας γίνει η αφορμή να αναρωτηθούμε ποιο είναι το πρόσφορο έδαφος στον ελληνικό αθλητισμό που επιτρέπει σε μια εταιρία να παίξει παιχνίδι δημιουργίας υποστηρικτών των επιχειρηματικών της δραστηριοτήτων πάνω στις πλάτες των αθλητών. Το παιδικό ποδόσφαιρο δεν είναι παρά ένας καθρέπτης του επαγγελματικού ποδοσφαίρου και το ζήτημα δεν αφορά μόνο μία εταιρία ή τις ομάδες μόνο της Θεσσαλονίκης. Οι διοικήσεις των μεγάλων ΠΑΕ έχουν μακρά ιστορία διαπλοκής με την πολιτική εξουσία και ευνοϊκών ρυθμίσεων για τα λοιπά επιχειρηματικά τους συμφέροντα. Η παράγκα είναι χτισμένη σε πολλά επίπεδα και τα στημένα παιχνίδια δεν γίνονται μόνο στα γήπεδα. Αν, λοιπόν, θέλουμε αλλαγή στον ελληνικό αθλητισμό, οφείλουμε να δημιουργήσουμε τις αιτίες της.
* H Ελεάννα Ιωαννίδου είναι μέλος της Θεματικής Ομάδας Αθλητισμού των Οικολόγων Πράσινων