Του Γ. Παρασκευόπουλου
http://tvxs.gr/node/142435
Με πρώτη ματιά, στην Ελλάδα σήμερα λείπουν τελείως οι όροι για υπολογίσιμο Πράσινο κόμμα: απουσιάζουν τόσο το νεανικό κίνημα αμφισβήτησης που γέννησε το αρχικό κύμα των Πράσινων, όσο και η εκτεταμένη μεσαία τάξη με μεταϋλικές αξίες, που σε άλλες χώρες σφράγισε το δεύτερο κύμα των Πράσινων κομμάτων.
Επιπλέον, η πράσινη ατζέντα ελάχιστα δείχνει να απασχολεί το δημόσιο διάλογο: τον Απρίλιο του 2012, στην πρόσκληση του WWF προς τα κόμματα (λινκ) να δεσμευτούν ότι η κρίση δε θα αποτελέσει πρόσχημα γα εκπτώσεις στο περιβάλλον, μόνο δύο μικρά κόμματα (Οικολόγοι Πράσινοι και Πειρατές) έκριναν σκόπιμο να ανταποκριθούν και κανένα από αυτά δε μπόρεσε να μπει στη Βουλή.
Στο κλίμα αυτό, οι Οικολόγοι Πράσινοι έκλεισαν την πρώτη δεκαετία τους με
τριπλή ήττα. Δεν κατάφεραν να μπουν στο ελληνικό κοινοβούλιο, δεν επηρεάζουν εξελίξεις, δεν δημιούργησαν σταθερό εκλογικό ακροατήριο: το Μάιο του 2012 έχασαν το 80% των ψηφοφόρων τους του 2009, ενώ ένα μήνα μετά έχασαν πάνω από τα 2/3 των ψήφων του Μαΐου. Επιπλέον, μετά τις δεύτερες εκλογές, φάνηκε να χάνουν το βηματισμό τους για ένα αρκετά μεγάλο διάστημα.
Κάτω από την επιφάνεια, όμως, υπάρχουν και άλλα δεδομένα:
Ακόμη και την ώρα της εκλογικής τους κατάρρευσης, ένα 5% των πολιτών δήλωνε «πολύ κοντά» στους Οικολόγους Πράσινους και άλλο ένα 36% «κοντά» τους (πηγή: 8ο κύμα συνδρομητικής έρευνας Crisis Monitor της Metron Analysis, 30-31.5.2012). Τα δεδομένα αυτά, που ενισχύονται και από άλλες έρευνες και δε φαίνεται να έχουν ανατραπεί ριζικά, μιλούν για μια δυνητική δεξαμενή της τάξης του 41%, κατά πολύ ευρύτερη από το 25% όπου εκτιμάται συνήθως διεθνώς η δεξαμενή των Πράσινων κομμάτων.
Σε συνθήκες κατάρρευσης της αξιοπιστίας του πολιτικού συστήματος, οι Οικολόγοι Πράσινοι έχουν κατοχυρωθεί στη συνείδηση μεγάλου μέρους της κοινωνίας ως μια αξιοπρεπής διέξοδος ψήφου, κάτι που εξηγεί ίσως και τη σχετική δημοκοπική τους συντήρηση παρά την ολική τους εξαφάνιση από τα ΜΜΕ. Ενδιαφέρον μάλιστα είναι ότι στις δημοσκοπήσεις με κάλπη, όταν οι ΟΠ περιλαμβάνονται στις παρεχόμενες επιλογές, οι επιδόσεις τους εμφανίζονται σημαντικά υψηλότερες.
Οι παρεμβάσεις τους σε όσα θέματα συνέχισαν να τους απασχολούν, όπως οι εξορύξεις χρυσού, η Κοινωνική Οικονομία ή η ιδιωτικοποίηση του νερού αναγνωρίζονται στους χώρους των κινημάτων ως ιδιαίτερα αποδοτικές και ουσιαστικές, ακόμη και σε σύγκριση με κόμματα πολύ ισχυρότερα.
Κρισιμότερο όμως είναι ότι τα αντίξοα δεδομένα του 2012 έχουν αποδειχθεί στιγμιαία: Στις πρώτες εκλογές οι ΟΠ βρέθηκαν αντιμέτωποι με τη φρεσκάδα των Πειρατών και της «Δημιουργίας Ξανά» αλλά και την άνοδο της Δράσης και του ΣΥΡΙΖΑ, στις δεύτερες με τη στιγμιαία αποκατάσταση της αξιοπιστίας του πολιτικού συστήματος μέσα από το δίπολο Επαναδιαπραγμάτευση / Ανατροπή. Σήμερα η ελκυστικότητα όλων είναι χαμηλότερη παρά ποτέ, ενώ πειστική κυβερνητική πρόταση δε φαίνεται στον ορίζοντα.
Αν αυτά ισχύουν, έστω και εν μέρει, οι Οικολόγοι Πράσινοι δεν έχουν λόγο να «προσαρμοστούν» ή να «διαλέξουν πλευρά» σε ένα πρόσκαιρο πολιτικό τοπίο, που η δυναμική του έχει ήδη ξεπεραστεί. Αντίθετα, έχουν κάθε δυνατότητα να ξαναπιάσουν το δικό τους νήμα και να επαναθεμελιώσουν την πολιτική τους συμφωνία, οικοδομώντας το στρατόπεδο της βιωσιμότητας και αναδεικνύοντας την αφερεγγυότητα ολόκληρου του σημερινού πολιτικού συστήματος:
Συνδυάζοντας την αμφισβήτηση του Μνημονίου με συστηματική ανάδειξη των περιβαλλοντικών μετώπων της κρίσης και της σύνδεσής τους με την οικονομία και την κοινωνική διάσταση.
Αποκαθιστώντας την αξιοπιστία τους απέναντι στον κόσμο της περιβαλλοντικής προστασίας και των εναλλακτικών κινημάτων, και δημιουργώντας συνέργειες μαζί του.
Παρεμβαίνοντας για να αναδείξουν ζητήματα όπως η αλλαγή καταναλωτικού μοντέλου, το κόστος ζωής, ο προσανατολισμός της πραγματικής οικονομίας.
Προωθώντας τους στόχους μιας πραγματικά ανοικτής κοινωνίας, αλλά και λειτουργώντας με πραγματικά ευρωπαϊκή οπτική, ως πολίτες της Ευρώπης που δεν ψάχνουν τρόπους να την αποδεχτούν αλλά να την αλλάξουν.
Μια τέτοια οπτική, δίνει ευρύτατα περιθώρια στο πράσινο κίνημα να οριοθετηθεί και να διεκδικήσει το δικό του χώρο:
Από το «στρατόπεδο των Μνημονίων», όπου η διεθνής εμπειρία δείχνει ότι τέτοιες συνταγές δεν αποτελούν μηχανισμούς εξυγίανσης αλλά συνοδεύονται παντού από σοβαρά πλήγματα (και) στην περιβαλλοντική βιωσιμότητα.
Από την Αριστερά, με την έμφαση στο πεδίο των προτάσεων τη ρήξη με κάθε λογική πλειοδοσίας, την υπογράμμιση ότι «δεν είναι ίδια ούτε όλα τα Όχι, ούτε όλα τα Ναι» και την επισήμανση των επικίνδυνων στρατηγικών αδιεξόδων που η ίδια δημιούργησε για τον εαυτό της.
Από το φιλελεύθερο χώρο, με ανάδειξη του διλήμματος κατά πόσο οι μεταρρυθμίσεις θα έχουν βάση την κοντόφθαλμη οικονομική ορθοδοξία, ή τις ανάγκες της χώρας και τις επιταγές της κοινωνικής και περιβαλλοντικής βιωσιμότητας.
Από την Κεντροαριστερά για την πλήρη αδυναμία της να «δει» την περιβαλλοντική βιωσιμότητα, το ρόλο της ως της παράταξης που έσπασε το παλιό Κοινωνικό Συμβόλαιο χωρίς να το αντικαταστήσει με κάτι άλλο, τις ιστορικές της ευθύνες ως αρχιτέκτονα της οικονομίας του 1993-2009 που είχε από την αρχή ημερομηνία λήξης.
Από τις αδιέξοδες εκδικητικές λογικές, προβάλλοντας ως Ο ΑΝΤΙΠΟΔΑΣ ΤΗΣ ΧΡΥΣΗΣ ΑΥΓΗΣ μέσα από τις αξίες της μη βίας και της ανοικτής κοινωνίας για όλους.
Οριοθέτηση όμως και αποκλεισμός «προνομιακών συνομιλητών», δε σημαίνει και αυτοπεριχαράκωση. Ως μόνο κόμμα που περιλαμβάνει ρητά στη στρατηγική του το στόχο για οικοδόμηση θεματικών πλειοψηφιών σε συγκεκριμένα ζητήματα - όπως η ομοσπονδοποίηση της Ευρώπης σε δημοκρατική βάση, η αντιμετώπιση της Χρυσής Αυγής, το περιεχόμενο μιας επαναδιαπραγμάτευσης με τους δανειστές – οι Οικολόγοι Πράσινοι μπορούν δυνητικά να αναδειχθούν σε γέφυρα επικοινωνίας και να επηρεάσουν εξελίξεις ως καταλύτης διαλόγου και συνθέσεων.
Όλα αυτά μπορούν πάντως να αποδώσουν μόνο αν οικοδομηθούν με σταθερά βήματα, «δουλειά μυρμηγκιού», σύνδεση με κρίσιμα κοινωνικά δίκτυα και χώρους. Οι εκλογές του επόμενου Ιουνίου θα είναι αναμφίβολα σημαντικές, το άγχος όμως για άμεση εκλογική επιβεβαίωση μπορεί να αποδειχθεί κακός σύμβουλος αν επικεντρωθούμε μόνο στο βραχυπρόθεσμο ορίζοντα και την επικοινωνιακή διάσταση: στην οικολογία το μακροπρόθεσμο είναι εξίσου, αν όχι περισσότερο, σημαντικό.
* Ο Γιάννης Παρασκευόπουλος είναι μέλος των Οικολόγων Πράσινων
http://tvxs.gr/node/142435
Με πρώτη ματιά, στην Ελλάδα σήμερα λείπουν τελείως οι όροι για υπολογίσιμο Πράσινο κόμμα: απουσιάζουν τόσο το νεανικό κίνημα αμφισβήτησης που γέννησε το αρχικό κύμα των Πράσινων, όσο και η εκτεταμένη μεσαία τάξη με μεταϋλικές αξίες, που σε άλλες χώρες σφράγισε το δεύτερο κύμα των Πράσινων κομμάτων.
Επιπλέον, η πράσινη ατζέντα ελάχιστα δείχνει να απασχολεί το δημόσιο διάλογο: τον Απρίλιο του 2012, στην πρόσκληση του WWF προς τα κόμματα (λινκ) να δεσμευτούν ότι η κρίση δε θα αποτελέσει πρόσχημα γα εκπτώσεις στο περιβάλλον, μόνο δύο μικρά κόμματα (Οικολόγοι Πράσινοι και Πειρατές) έκριναν σκόπιμο να ανταποκριθούν και κανένα από αυτά δε μπόρεσε να μπει στη Βουλή.
Στο κλίμα αυτό, οι Οικολόγοι Πράσινοι έκλεισαν την πρώτη δεκαετία τους με
τριπλή ήττα. Δεν κατάφεραν να μπουν στο ελληνικό κοινοβούλιο, δεν επηρεάζουν εξελίξεις, δεν δημιούργησαν σταθερό εκλογικό ακροατήριο: το Μάιο του 2012 έχασαν το 80% των ψηφοφόρων τους του 2009, ενώ ένα μήνα μετά έχασαν πάνω από τα 2/3 των ψήφων του Μαΐου. Επιπλέον, μετά τις δεύτερες εκλογές, φάνηκε να χάνουν το βηματισμό τους για ένα αρκετά μεγάλο διάστημα.
Κάτω από την επιφάνεια, όμως, υπάρχουν και άλλα δεδομένα:
Ακόμη και την ώρα της εκλογικής τους κατάρρευσης, ένα 5% των πολιτών δήλωνε «πολύ κοντά» στους Οικολόγους Πράσινους και άλλο ένα 36% «κοντά» τους (πηγή: 8ο κύμα συνδρομητικής έρευνας Crisis Monitor της Metron Analysis, 30-31.5.2012). Τα δεδομένα αυτά, που ενισχύονται και από άλλες έρευνες και δε φαίνεται να έχουν ανατραπεί ριζικά, μιλούν για μια δυνητική δεξαμενή της τάξης του 41%, κατά πολύ ευρύτερη από το 25% όπου εκτιμάται συνήθως διεθνώς η δεξαμενή των Πράσινων κομμάτων.
Σε συνθήκες κατάρρευσης της αξιοπιστίας του πολιτικού συστήματος, οι Οικολόγοι Πράσινοι έχουν κατοχυρωθεί στη συνείδηση μεγάλου μέρους της κοινωνίας ως μια αξιοπρεπής διέξοδος ψήφου, κάτι που εξηγεί ίσως και τη σχετική δημοκοπική τους συντήρηση παρά την ολική τους εξαφάνιση από τα ΜΜΕ. Ενδιαφέρον μάλιστα είναι ότι στις δημοσκοπήσεις με κάλπη, όταν οι ΟΠ περιλαμβάνονται στις παρεχόμενες επιλογές, οι επιδόσεις τους εμφανίζονται σημαντικά υψηλότερες.
Οι παρεμβάσεις τους σε όσα θέματα συνέχισαν να τους απασχολούν, όπως οι εξορύξεις χρυσού, η Κοινωνική Οικονομία ή η ιδιωτικοποίηση του νερού αναγνωρίζονται στους χώρους των κινημάτων ως ιδιαίτερα αποδοτικές και ουσιαστικές, ακόμη και σε σύγκριση με κόμματα πολύ ισχυρότερα.
Κρισιμότερο όμως είναι ότι τα αντίξοα δεδομένα του 2012 έχουν αποδειχθεί στιγμιαία: Στις πρώτες εκλογές οι ΟΠ βρέθηκαν αντιμέτωποι με τη φρεσκάδα των Πειρατών και της «Δημιουργίας Ξανά» αλλά και την άνοδο της Δράσης και του ΣΥΡΙΖΑ, στις δεύτερες με τη στιγμιαία αποκατάσταση της αξιοπιστίας του πολιτικού συστήματος μέσα από το δίπολο Επαναδιαπραγμάτευση / Ανατροπή. Σήμερα η ελκυστικότητα όλων είναι χαμηλότερη παρά ποτέ, ενώ πειστική κυβερνητική πρόταση δε φαίνεται στον ορίζοντα.
Αν αυτά ισχύουν, έστω και εν μέρει, οι Οικολόγοι Πράσινοι δεν έχουν λόγο να «προσαρμοστούν» ή να «διαλέξουν πλευρά» σε ένα πρόσκαιρο πολιτικό τοπίο, που η δυναμική του έχει ήδη ξεπεραστεί. Αντίθετα, έχουν κάθε δυνατότητα να ξαναπιάσουν το δικό τους νήμα και να επαναθεμελιώσουν την πολιτική τους συμφωνία, οικοδομώντας το στρατόπεδο της βιωσιμότητας και αναδεικνύοντας την αφερεγγυότητα ολόκληρου του σημερινού πολιτικού συστήματος:
Συνδυάζοντας την αμφισβήτηση του Μνημονίου με συστηματική ανάδειξη των περιβαλλοντικών μετώπων της κρίσης και της σύνδεσής τους με την οικονομία και την κοινωνική διάσταση.
Αποκαθιστώντας την αξιοπιστία τους απέναντι στον κόσμο της περιβαλλοντικής προστασίας και των εναλλακτικών κινημάτων, και δημιουργώντας συνέργειες μαζί του.
Παρεμβαίνοντας για να αναδείξουν ζητήματα όπως η αλλαγή καταναλωτικού μοντέλου, το κόστος ζωής, ο προσανατολισμός της πραγματικής οικονομίας.
Προωθώντας τους στόχους μιας πραγματικά ανοικτής κοινωνίας, αλλά και λειτουργώντας με πραγματικά ευρωπαϊκή οπτική, ως πολίτες της Ευρώπης που δεν ψάχνουν τρόπους να την αποδεχτούν αλλά να την αλλάξουν.
Μια τέτοια οπτική, δίνει ευρύτατα περιθώρια στο πράσινο κίνημα να οριοθετηθεί και να διεκδικήσει το δικό του χώρο:
Από το «στρατόπεδο των Μνημονίων», όπου η διεθνής εμπειρία δείχνει ότι τέτοιες συνταγές δεν αποτελούν μηχανισμούς εξυγίανσης αλλά συνοδεύονται παντού από σοβαρά πλήγματα (και) στην περιβαλλοντική βιωσιμότητα.
Από την Αριστερά, με την έμφαση στο πεδίο των προτάσεων τη ρήξη με κάθε λογική πλειοδοσίας, την υπογράμμιση ότι «δεν είναι ίδια ούτε όλα τα Όχι, ούτε όλα τα Ναι» και την επισήμανση των επικίνδυνων στρατηγικών αδιεξόδων που η ίδια δημιούργησε για τον εαυτό της.
Από το φιλελεύθερο χώρο, με ανάδειξη του διλήμματος κατά πόσο οι μεταρρυθμίσεις θα έχουν βάση την κοντόφθαλμη οικονομική ορθοδοξία, ή τις ανάγκες της χώρας και τις επιταγές της κοινωνικής και περιβαλλοντικής βιωσιμότητας.
Από την Κεντροαριστερά για την πλήρη αδυναμία της να «δει» την περιβαλλοντική βιωσιμότητα, το ρόλο της ως της παράταξης που έσπασε το παλιό Κοινωνικό Συμβόλαιο χωρίς να το αντικαταστήσει με κάτι άλλο, τις ιστορικές της ευθύνες ως αρχιτέκτονα της οικονομίας του 1993-2009 που είχε από την αρχή ημερομηνία λήξης.
Από τις αδιέξοδες εκδικητικές λογικές, προβάλλοντας ως Ο ΑΝΤΙΠΟΔΑΣ ΤΗΣ ΧΡΥΣΗΣ ΑΥΓΗΣ μέσα από τις αξίες της μη βίας και της ανοικτής κοινωνίας για όλους.
Οριοθέτηση όμως και αποκλεισμός «προνομιακών συνομιλητών», δε σημαίνει και αυτοπεριχαράκωση. Ως μόνο κόμμα που περιλαμβάνει ρητά στη στρατηγική του το στόχο για οικοδόμηση θεματικών πλειοψηφιών σε συγκεκριμένα ζητήματα - όπως η ομοσπονδοποίηση της Ευρώπης σε δημοκρατική βάση, η αντιμετώπιση της Χρυσής Αυγής, το περιεχόμενο μιας επαναδιαπραγμάτευσης με τους δανειστές – οι Οικολόγοι Πράσινοι μπορούν δυνητικά να αναδειχθούν σε γέφυρα επικοινωνίας και να επηρεάσουν εξελίξεις ως καταλύτης διαλόγου και συνθέσεων.
Όλα αυτά μπορούν πάντως να αποδώσουν μόνο αν οικοδομηθούν με σταθερά βήματα, «δουλειά μυρμηγκιού», σύνδεση με κρίσιμα κοινωνικά δίκτυα και χώρους. Οι εκλογές του επόμενου Ιουνίου θα είναι αναμφίβολα σημαντικές, το άγχος όμως για άμεση εκλογική επιβεβαίωση μπορεί να αποδειχθεί κακός σύμβουλος αν επικεντρωθούμε μόνο στο βραχυπρόθεσμο ορίζοντα και την επικοινωνιακή διάσταση: στην οικολογία το μακροπρόθεσμο είναι εξίσου, αν όχι περισσότερο, σημαντικό.
* Ο Γιάννης Παρασκευόπουλος είναι μέλος των Οικολόγων Πράσινων