23 Ιαν 2013

Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΠΡΟΤΑΣΗ ΤΩΝ ΟΙΚΟΛΟΓΩΝ ΠΡΑΣΙΝΩΝ ΣΗΜΕΡΑ

ΟΙΚΟΔΟΜΟΥΜΕ ΕΝΑΝ ΠΡΑΣΙΝΟ ΕΝΑΛΛΑΚΤΙΚΟ ΠΟΛΟ

1. Ένα Νέο Πολιτικό Περιβάλλον
Η κοινωνία μας βιώνει μια βαθιά κοινωνική, οικονομική και περιβαλλοντική κρίση, όπου η οικονομική διάσταση συνδέεται άρρηκτα με τις υπόλοιπες. Η πολιτική οικολογία, δυστυχώς, επιβεβαιώθηκε οδυνηρά στις προειδοποιήσεις της για την εικονική ευημερία που υποθήκευσε την ευημερία των επόμενων γενεών.

Μέσα στο τελευταίο έτος γνωρίσαμε αφενός τη συνέχιση της κατάρρευσης του κοινωνικού οικονομικού και αξιακού μοντέλου της χώρας μας και αφετέρου την απαξίωση των κομμάτων που κυριάρχησαν στην πολιτική ζωή της χώρας μας καθ’ όλη τη μεταπολιτευτική περίοδο.

Η περίοδος αυτή χαρακτηρίζεται από το σχηματισμό των τρικομματικών κυβερνήσεων συνεργασίας των Παπαδήμου και Σαμαρά. Κοινό στοιχείο και των δύο είναι η συνεργασία των δύο δυνάμεων του παλιού δικομματισμού με μια τρίτη, μικρότερη δύναμη, με στόχο το σχηματισμό ευρύτερων πλειοψηφιών για πολιτική νομιμοποίηση.

Τούτο ήρθε ως αντιστάθμισμα στην κατάρρευση της αξιοπιστίας των δύο μέχρι τώρα κομμάτων εξουσίας και στη χαμηλή κοινωνική αποδοχή μιας πολιτικής που οδηγεί όλο και περισσότερο τη χώρα μας στην κατάρρευση και στην πλήρη διάλυση της όποιας κοινωνικής συνοχής διατηρείται. Σήμερα, μια σειρά νέων μέτρων -με κυριότερα την ιδιωτικοποίηση ακόμα και βασικών δημόσιων αγαθών και υπηρεσιών όπως το νερό, το νέο κύμα οριζόντιων περικοπών και απολύσεων στο δημόσιο τομέα- συνοδευόμενα από αντιδημοκρατικές πρακτικές απειλούν το μέλλον της χώρας μας ως ευνομούμενη αντιπροσωπευτική δημοκρατία και μια «ευρωπαϊκή κοινωνία».

Την ίδια στιγμή που η χώρα μας βυθίζεται όλο και πιο βαθιά στην ύφεση, επιδιώκεται ως αντίδοτο η ίδια αποτυχημένη συνταγή μιας γκρίζας και άγριας «ανάπτυξης», με βασικούς πυλώνες τις εξορύξεις, φυσικών πόρων, την κερδοσκοπία στη γη και την ιδιωτικοποίηση των συλλογικών αγαθών. Σε αυτή τη νέα πρόκληση η πολιτική οικολογία ήταν και παραμένει ουσιαστικά ο πυρήνας πρασίνου σε ένα άνισο μέτωπο του γκρίζου πολιτικού συστήματος. Σήμερα, η σύγκρουση της καταστροφικής ανάπτυξης των αριθμών με την κοινωνική και περιβαλλοντική [πράσινη] βιωσιμότητα παραμένει αδιαμφισβήτητα ένα κεντρικό ζήτημα, που πρέπει να αφορά την ελληνική κοινωνία.



Σε όλα αυτά το κατεστημένο πολιτικό σύστημα, όχι μόνο δεν δίνει λύσεις, αλλά ούτε καν δείχνει να αντιλαμβάνεται τα πραγματικά προβλήματα. Συνειδητά αναπαράγει με νέα χαρακτηριστικά το παλιό πελατειακό κράτος, που όμως περιορίζεται πια στην υπεράσπιση ισχυρών οικονομικών συμφερόντων, καθώς δεν έχει τη δυνατότητα να συντηρήσει μια εκτεταμένη εκλογική πελατεία.
Λίγους μήνες μετά τις εκλογές του Ιουνίου, το πολιτικό σύστημα συνεχίζει να μονοπωλείται από τα δύο στρατόπεδα που είχαν τότε διαμορφωθεί, τα στρατόπεδα όμως αυτά πείθουν πια όλο και λιγότερους. Οι πολίτες πια δεν αποδέχονται άκριτα τις προτάσεις και επιλογές των πολιτικών κομμάτων που στηρίζουν, αμφισβητούν τις απόλυτες αλήθειες και θέτουν στην ατζέντα την αναδιάταξη του πολιτικών δυνάμεων, αλλά και την ανάδειξη συνεργασιών που να δίνουν όμως λύσεις.

Σε αυτό το κλίμα οι πολιτικές δυνάμεις αποκτούν νέο ρόλο.
• Η ΝΔ επιδιώκει να ηγεμονεύσει πολιτικά στο φιλοευρωπαϊκό μπλοκ, αλλά ταυτόχρονα στρέφεται στη σκληρή και παραδοσιακή Δεξιά, προσπαθώντας να ενσωματώσει τους ψηφοφόρους της Χρυσής Αυγής. Εξελίσσεται γρήγορα στον κατεξοχήν εκπρόσωπο των νεοφιλελεύθερων επιλογών λιτότητας, απορρύθμισης της αγοράς και της κοινωνίας και στο φορέα όλο και πιο αντιδημοκρατικών επιλογών. Τα σενάρια για ίδρυση νέου κόμματος από τον αρχηγό της, συνδέονται και με σχέδια να διαγράψει τα υπέρογκα κομματικά της χρέη, περνώντας τα στις πλάτες των πολιτών.
• Το ΠΑΣΟΚ, μετά την αφασική πρόσληψη της πραγματικότητας του 2009 και τις παραπλανητικές προεκλογικές του λογοκοπίες για λεφτά που υπάρχουν, πληρώνει τώρα με την πολιτική του χρεοκοπία τον κυβερνητισμό, τις πελατειακές σχέσεις, τον κρατισμό, τη διαπλοκή και τη διαφθορά, τη φούσκα της ισχυρής Ελλάδας που καταναλώνει με δανεικά. Όπως και με τη Ν.Δ., τα σχέδια για ενσωμάτωση του ΠΑΣΟΚ σε ένα νέο πόλο της συρρικνούμενης κεντροαριστεράς συνδέονται και με υστερόβουλους υπολογισμούς για τα συσσωρευμένα κομματικά του χρέη.
• Η ΔΗΜΑΡ, διαψεύδοντας τις στοιχειώδεις μεταρρυθμιστικές ελπίδες, όσων έβλεπαν σε αυτήν τον καταλυτικό ρυθμιστή στο κυβερνητικό πρόγραμμα (με ουσιαστικούς όρους, στόχους και χρονοδιαγράμματα που θα εκτελούνταν επί ποινή άρσης της εμπιστοσύνης στην κυβέρνηση) αποπνέει κυβερνητισμό και πολιτεύεται με χαρακτηριστικά συντεχνιακής εκπροσώπησης. Μέχρι στιγμής έχει αποτύχει απόλυτα να επηρεάσει τις κυβερνητικές πολιτικές, καθώς η σημερινή κυβέρνηση ακολουθεί σκληρότερη (άκρο)δεξιά πολιτική από την κυβέρνηση Παπαδήμου, όπου συμμετείχε επίσημα ο ΛΑΟΣ. Θέματα περιβαλλοντικής πολιτικής που ως τώρα προέβαλε ως σημαντικό στοιχείο της ταυτότητάς της, η ΔΗΜΑΡ δεν φαίνεται να έχει καν προσπαθήσει να θέσει στην κυβερνητική ατζέντα.
• Στο σύνολό του ο φερόμενος ως κεντροαριστερός πόλος, ΠΑΣΟΚ και ΔΗΜΑΡ, διεκδικούν ανταγωνιζόμενοι το ρόλο της ενδοκυβερνητικής αντιπολίτευσης, προκειμένου να σώσουν το εκλογικό τους ποσοστό ενώ παράλληλα στηρίζουν την κυβέρνηση σε όλες της τις επιλογές. Συμπληρώνονται από μικρές πολιτικές κινήσεις, που δηλώνουν μεταρρυθμιστικές και προέρχονται κυρίως από το χώρο του ΠΑΣΟΚ.
• Ο ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ έχει επωφεληθεί άμεσα από την κατάρρευση του ΠΑΣΟΚ και έχει κατορθώσει να αποτελέσει το βασικό εναλλακτικό πόλο στις σημερινές πολιτικές εξελίξεις. Ο χειρισμός του παραμένει ως σήμερα σχεδόν ολοκληρωτικά επικοινωνιακός, μια που έχει περιοριστεί ακόμη στο συμβολικό επίπεδο -νίκη του ριζοσπαστικού λόγου έναντι στον καθεστωτικό- και σε μια αναδιάταξη στελεχών και ψήφων. Δεν καταθέτει ούτε συγκεκριμένο πρόγραμμα εξόδου από το Μνημόνιο και αναδιάταξης της κοινωνίας και της χώρας, ούτε στρατηγική για συγκρότηση νέων πλειοψηφικών συμμαχιών και κινητοποίηση ευρύτερων κοινωνικών δυνάμεων για ουσιαστικές αλλαγές. Αντίθετα, ζητά από την κοινωνία λευκές επιταγές. Οι χειρισμοί του μετά τις εκλογές της 6ης Μάιου αποδεικνύουν ότι είναι έρμαιο αντιφατικών επιδιώξεων, λαϊκιστικών τάσεων κι ενός μαξιμαλισμού που συνοψίζεται στην έμμεση υπόσχεση επιστροφής στην πρότερη κατάσταση. Υπερασπίζεται το περιβάλλον μόνο όπου υπάρχουν ήδη κινήματα (ή όπου δεν υπάρχει πολιτικό κόστος) και δε δίνει κανένα όραμα για στροφή της πραγματικής οικονομίας σε βιώσιμες κατευθύνσεις.
• Το ΚΚΕ παρά τις ριζικές αλλαγές που γνωρίζει η κοινωνία, δεν δείχνει το παραμικρό δείγμα αλλαγής της στάσης απομονωτισμού που το χαρακτηρίζει. Ο λόγος του φαίνεται να έχει μείνει σε τελείως διαφορετικές εποχές.
• Το κόμμα Ανεξάρτητοι Έλληνες, δεν αποτελεί παρά εκπρόσωπο της λαϊκής δεξιάς που μάταια προσπαθεί να ισορροπήσει μεταξύ του υπερσυντηρητικού και αρχηγικού υπόβαθρου της λαϊκής δεξιάς και στοιχείων όπως η επίκληση της άμεσης δημοκρατίας που χαρακτήρισαν τα πάσης φύσεως αντιμνημονιακά κινήματα. Μετά και τις τελευταίες εξελίξεις, με τις αποχωρήσεις βουλευτών και στελεχών του, παραμένει εξαιρετικά αμφίβολο αν το κόμμα αυτό θα έχει την ίδια απήχηση και στο μέλλον ή θα επιστρέψει στο μητρικό κόμμα ή σε κάποιον άλλο, διάδοχο, δεξιό κομματικό χώρο.
• Ιδιαίτερα επικίνδυνο για την κοινωνία και τη δημοκρατία είναι το ναζιστικό κόμμα - εγκληματική οργάνωση της Χρυσής Αυγής. Αποτελεί μέρος του πολιτικοοικονομικού συστήματος, που την προστατεύει από αποκαλύψεις που θα μπορούσαν να την απαξιώσουν στα μάτια των ψηφοφόρων της και τη χρησιμοποιεί ως εφεδρεία του. Σε μεγάλο βαθμό, η σημερινή της απήχηση είναι γέννημα και μιας εκδοχής νόθου πατριωτισμού, που διαχεόταν μέχρι τώρα σε όλο σχεδόν το πολιτικό φάσμα. Επηρεάζει σημαντικό μέρος από τις πιο αδύναμες ομάδες πληθυσμού και πολλούς νέους, που απογοητευμένοι από την ανεργία και τη χρεοκοπία των παραδοσιακών κομμάτων, γοητεύονται από τη δήθεν αντισυστημική της ρητορεία και την τάχα αντισυμβατική συμπεριφορά των στελεχών της, αλλά και από την απροκάλυπτη βία που χρησιμοποιεί ως επικοινωνιακό όπλο, συχνά διολισθαίνοντας σε επίπεδα ωμής χυδαιότητας και απροκάλυπτης αλητείας, βίας (και παρακρατικής), τραμπουκισμών, ανομίας. Μετατρέποντας την ανασφάλεια των πολιτών σε αίτημα αυταρχισμού, καταφέρνει να περνάει θέματα της ατζέντας της (πχ μεταναστευτικό, καταστολή καταλήψεων) στην κυβέρνηση αλλά και την κοινωνία και να διατηρείται συνεχώς στην επικαιρότητα, με τη βοήθεια των ΜΜΕ, προκαλώντας μόνιμη αναστάτωση και ιδεολογική ρύπανση. Το φαινόμενο αυτό πρέπει να αντιμετωπιστεί επίμονα και αποφασιστικά, με κάθε νόμιμο τρόπο.
• Το πολιτικό σκηνικό συμπληρώνουν δυο εντελώς διαφορετικοί χώροι: εκείνος του φιλελευθερισμού (Δράση, Δημιουργία Ξανά κλπ) και εκείνος της παραδοσιακής εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς (ΑΝΤΑΡΣΥΑ κλπ). Ο πρώτος παρουσιάζει κινητικότητα, παρά τη μέχρι τώρα αποτυχία να αποτελέσει σε υπολογίσιμη δύναμη και να εκπροσωπηθεί στη Βουλή. Μέχρι στιγμής δεν έχει καταφέρει να απαντήσει στις ιδιαίτερες απαιτήσεις της συγκυρίας, όπου ο οικονομικός φιλελευθερισμός συχνά έρχεται σε αντίφαση με τον κοινωνικό (αλλά και με την περιβαλλοντική βιωσιμότητα), και όπου η ελευθερία κινδυνεύει να γίνει προνόμιο των ισχυρότερων. Ανοικτό παραμένει κατά πόσο θα επιδιώξει τελικά ένα καθαρά φιλελεύθερο κόμμα ή θα συγκλίνει με τις προσπάθειες των «μεταρρυθμιστών» της κεντροαριστεράς. Με τη σειρά της, η ΑΝΤΑΡΣΥΑ δείχνει να επωφελείται από τη στροφή του ΣΥΡΙΖΑ αλλά δεν έχει ακόμη καταφέρει να βρεθεί στο προσκήνιο. Ανοικτό παραμένει το στοίχημα και για μια σειρά άλλες προσπάθειες, που δεν έχουν ακόμα αποδώσει, όπως το κόμμα των Πειρατών.

2. Για μια πράσινη κατανόηση της Κρίσης
Η κρίση είναι ταυτόχρονα ελληνική, ευρωπαϊκή και παγκόσμια. Στην ελληνική της διάσταση βασικό ρόλο έπαιξε “το πάρτι” της τελευταίας 20ετίας, όταν οι απευθείας παροχές προς το «λαό» αντικαταστάθηκαν με μαζικό εύκολο χρήμα: για άλλους ως πραγματικό πλουτισμό, για άλλους ως εξαγορά συναινέσεων για το εγχείρημα του «εκσυγχρονισμού». Η μετάβαση στο ευρώ έγινε με καταστροφικούς όρους, με ισοτιμία που ευνοούσε μια οικονομία εισαγωγών και με αδιαφάνεια τιμών που οδήγησε στα ύψη το κόστος ζωής των ασθενέστερων. Πάνω στη διαρκή διόγκωση της ιδιωτικής κατανάλωσης, οικοδομήθηκε από τις κυβερνήσεις Σημίτη μια οικονομία με ημερομηνία λήξης και με ορίζοντα την είσοδο στο ευρώ και τους Ολυμπιακούς Αγώνες, ορίζοντα που παρατάθηκε από τις κυβερνήσεις Καραμανλή, αρχικά με υπερδανεισμό αρχικά των νοικοκυριών και -στη συνέχεια- και του Δημοσίου. Πίσω από την ευρωπαϊκή βιτρίνα, τα μικρά και μεγάλα οικολογικά εγκλήματα πολλαπλασιάζονταν και η ανομία γενικευόταν: από τη διαφθορά και τη διαπλοκή μέχρι τις εργασιακές σχέσεις, τη φοροδιαφυγή και τη στάθμευση στα πεζοδρόμια. Οι δημόσιες δαπάνες, στο μέσο όρο της Ε.Ε. ως συνολικό ύψος, δε συνοδεύονταν από αντίστοιχες υπηρεσίες προς τον πολίτη και την οικονομία ούτε υποστηρίζονταν με αντίστοιχα δημόσια έσοδα. Τελικά οι ίδιες κοντόφθαλμες οπτικές που επί χρόνια κατέστρεφαν το περιβάλλον, κατέστρεψαν τελικά και την οικονομία.

Στο διεθνές πεδίο, στο πλαίσιο μετά την ολοκλήρωση της οικονομικής παγκοσμιοποίησης, η οποία σε μεγάλο βαθμό δεν είναι παρά η νόμιμη ασυδοσία της κερδοσκοπίας του μεγάλου κεφαλαίου, είναι εμφανές πλέον το αδιέξοδο αλλά και οι κίνδυνοι για τις κοινωνίες, τους πολίτες και το περιβάλλον, καθώς όχι μόνο διευκολύνονται φαινόμενα όπως η φοροδιαφυγή, φοροαποφυγή και η λεηλασία των φυσικών πόρων, αλλά και οι αναπόφευκτες ζημίες από τις χρεοκοπίες μεταφέρονται στις πλάτες των κοινωνιών. Η παγκόσμια καπιταλιστική κρίση ήταν κατά μεγάλο μέρος καρπός αποτέλεσμα των νεοφιλελεύθερων πολιτικών των τελευταίων τριών δεκαετιών, με άξονα την εξυπηρέτηση του χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου, που οδήγησαν λόγω της απελευθέρωσης από κάθε είδους ρύθμιση, στη συνολική κατάρρευση. Παράλληλα, οι εστίες διεθνούς έντασης όχι μόνο δεν αποκλιμακώνονται, αλλά συντηρούνται, με κορυφαίο παράδειγμα το χώρο της Μέσης Ανατολής, ενώ ο θρησκευτικός φανατισμός, και τα μεγάλα μεταναστευτικά ρεύματα που γεννά η οικονομική, κοινωνική και περιβαλλοντική κρίση αντιμετωπίζονται είτε με ευχολόγια και προσφυγή σε επικίνδυνα στερεότυπα, είτε με προσπάθειες περιχαράκωσης των πιο «προηγμένων» τμημάτων του πλανήτη, με πολιτικές όπως το «Δουβλίνο2».

Η ΕΕ και η ΕΚΤ, προσκολλημένες στα νεοφιλελεύθερα δόγματα που κατευθύνουν τις πολιτικές τους εδώ και είκοσι χρόνια, εκτίμησαν λάθος τις διαστάσεις και το βάθος της κρίσης. Ακολουθούνται εδώ και χρόνια μη βιώσιμες κατευθύνσεις, δίνοντας προτεραιότητα στα συμφέροντα του χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου απέναντι σε εκείνα των πολιτών. Το ευρώ στηρίχθηκε σε σαθρά θεμέλια, χωρίς τις κοινές ομοσπονδιακές δομές, τους μηχανισμούς αναδιανομής και τη δημοκρατική νομιμοποίηση που θα ήταν απαραίτητες για ένα τέτοιο εγχείρημα. Δεν αναζήτησε σχέδιο οικονομικής ανασυγκρότησης και βιώσιμης ευημερίας πέρα από την πολιτική λιτότητας, όπως εκφράζεται στο Σύμφωνο Σταθερότητας. Μια πολιτική που ωθεί τους λαούς της Ευρώπης, άλλους γρηγορότερα και άλλους αργότερα, σε φτώχεια και εξαθλίωση, καθώς καταργούνται κοινωνικές κατακτήσεις δεκαετιών, αποσαρθρώνεται η κοινωνική συνοχή, απαξιώνεται η εργασία και καταστρέφεται το περιβάλλον. Η ευρωπαϊκή κρίση μόνο επιφανειακά είναι οικονομική ή δημοσιονομική. Στην πραγματικότητα είναι πολιτική, καθώς ανέδειξε πως από την Ευρώπη λείπει ένα πολιτικό πλαίσιο (κοινή κρατική λειτουργία για την ΟΝΕ, τη νομισματική της ένωση καθώς και το όραμα -ή η βούληση- να δημιουργηθεί κάτι τέτοιο. Η ΕΕ χρειάζεται εσωτερικές μεταρρυθμίσεις, όχι μόνο για να ξεφύγει από την κρίση που ήδη βρίσκεται, αλλά και για να μπορέσει να αντιμετωπίσει πιθανούς κινδύνους στις παγκόσμιες εξελίξεις.

Η προσπάθεια αντιμετώπισης της κρίσης χρέους, όπως έχει εφαρμοστεί μέχρι σήμερα στις χώρες του νότου (Ελλάδα, Ισπανία, Πορτογαλία), δεν είναι το εργαλείο ανάκαμψης της κοινωνικής, οικονομικής και περιβαλλοντικής κρίσης, αλλά εργαλείο διάλυσης του κοινωνικού κράτους και ιδιωτικοποίησης των δημόσιων συλλογικών αγαθών και των φυσικών πόρων και υπεράσπισης των συμφερόντων του χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου. Η Ευρώπη απέχει από το να έχει σταθεροποιηθεί. Όσο οι αποφάσεις παίρνονται από εθνικές κυβερνήσεις-έρμαια των συγκρουόμενων εθνικών συμφερόντων και εθνικών λαϊκισμών που συχνά οι ίδιες καλλιεργούν, και όσο οι βασικές επιλογές υπαγορεύονται από τις ισχυρότερες κυβερνήσεις στις πιο αδύναμες, τα θεμέλια της Ε.Ε. θα συνεχίσουν να βρίσκονται σε κίνδυνο, καθώς απειλούνται από ένα ξεπερασμένο διακυβερνητικό μοντέλο.

Οι Οικολόγοι Πράσινοι δε νοσταλγούμε την εποχή πριν το Μνημόνιο, αντίθετα με τις δυνάμεις του λαϊκισμού αλλά και με την αφήγηση της ευρύτερης κεντροαριστεράς, που αναπολεί την εποχή του «εκσυγχρονισμού», επιμένοντας ότι όλη η κατάρρευση συντελέστηκε την 5ετία Καραμανλή. Οι Οικολόγοι Πράσινοι είχαμε από την αρχή προειδοποιήσει γα το αδιέξοδο, αλλά δε νιώθουμε καθόλου υπερήφανοι που δε βρήκαμε τη δύναμη να το αποτρέψουμε.

Όταν χρεοκοπεί μια χώρα, χρεοκοπούν πρώτα οι πολιτικές και οικονομικές της ηγεσίες. Θεωρούμε αυτονόητο να πληρώσουν πρώτα οι κερδισμένοι του πάρτι της τελευταίας 20ετίας: δε μιλάμε μόνο για το μαύρο χρήμα και τις γκρίζες περιουσίες από διαφθορά και φοροδιαφυγή, αλλά και για τους ωφελημένους της νόμιμης αποφορολόγησης, όπως και γα εκείνους που δεν πλήρωσαν ποτέ το κοινωνικό και περιβαλλοντικό κόστος της ατομικής «επιτυχίας» που τους εξασφάλισαν οι πολιτικές για εύκολο χρήμα.
Οι δικές μας μεταρρυθμίσεις είναι αυτές που χρωστάμε οι ίδιοι ως κοινωνία στον εαυτό μας, με κεντρικό ζητούμενο τη διεύρυνση της δημοκρατίας, τη διαφάνεια, το ριζικό αναπροσανατολισμό της οικονομίας σε βιώσιμες κοινωνικά και περιβαλλοντικά κατευθύνσεις, την αλλαγή των προτύπων ευημερίας, την οικοδόμηση πραγματικού κοινωνικού κράτους για όλους στη θέση των μικρών και μεγάλων συντεχνιακών και πελατειακών προνομίων.

3. Οικοδομούμε έναν Πράσινο Εναλλακτικό Πόλο
Στο νέο τοπίο που διαμορφώνεται, οι Οικολόγοι Πράσινοι:
• Διατηρούμε τις διαχωριστικές γραμμές με την κατεδάφιση της χώρας και το Μνημόνιο, καθώς θέλουμε ΚΑΙ ευρώ ΚΑΙ μια ευρωπαϊκή κοινωνία.

• Ενισχύουμε την ιδεολογική και πολιτική αυτοτέλειά μας, και απέναντι στην Αριστερά. Η απάντησή μας σε μια πιθανή πρόταση για κυβερνητική συνεργασία μαζί της μπορεί να είναι μόνο ένα επιφυλακτικό ΙΣΩΣ, υπό όρους. Προγραμματική συμμαχία μπορεί να είναι εφικτή, μόνο αν πρώτα ανοίξουν τα χαρτιά τους στην κοινωνία, παρουσιάζοντας φερέγγυο και πειστικό πρόγραμμα για την έξοδο από την κρίση και για τη συγκρότηση νέων, πλειοψηφικών πολιτικών συμμαχιών.
Μέσα από τις διαδικασίες που αποφασίσαμε στο τελευταίο μας συνέδριο, αγωνιζόμαστε για την ανάδειξη ενός πράσινου εναλλακτικού πολιτικού πόλου, με βασικούς άξονες:

• Συνολικές απαντήσεις για την κρίση, με ταυτόχρονη αντιμετώπιση της οικονομικής, κοινωνικής και περιβαλλοντικής όψης της. Προτάσεις για ένα συνολικό μετασχηματισμό της οικονομίας και της κοινωνίας σε οικολογική και αλληλέγγυα κατεύθυνση.

• Στροφή σε μια πραγματική και άμεση δημοκρατία. Θεσμικές αλλαγές με βασικά χαρακτηριστικά την άμεση δημοκρατία σε τοπικό επίπεδο, τις συμμετοχικές μορφές διαβούλευσης, την προτεραιότητα στην αποκέντρωση, στα δημοψηφίσματα και στους θεσμούς που θα ξεπερνούν σταδιακά το παραδοσιακό αντιπροσωπευτικό σύστημα, διευρύνοντας ολοένα και περισσότερο τη δημοκρατία.

• Τη σύνδεση της απόρριψης του Μνημονίου με την επείγουσα προτεραιότητα για προώθηση των ριζικών αλλαγών.

• Την υπεράσπιση και διεύρυνση των δικαιωμάτων και της ανοικτής κοινωνίας. Να γίνουμε η βασική δύναμη σύγκρουσης με το ‘μαζικό πολιτισμό’, την ιεραρχική κοινωνία και την κοινωνία της εκμετάλλευσης.

• Τη μεταφορά στο δημόσιο διάλογο και στην κεντρική πολιτική των αιτημάτων των νέων κοινωνικών κινημάτων για εναλλακτικό τρόπο ζωής και για κοινωνική και αλληλέγγυα οικονομία.

• Το όραμα για μια ομοσπονδιακή, δημοκρατική και αλληλέγγυα Ευρώπη.

Αθήνα, 20 Ιανουαρίου 2013
Το Πανελλαδικό Συμβούλιο των Οικολόγων Πράσινων